Το μαύρο παραμύθι
===============
Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένας άνθρωπος
φιλήσυχος
σχεδόν σε όλα
περπατούσε στον δρόμο
το ψιλόβροχο του νότιζε το παλτό του
ανέπνεε εκείνος βροχές
και σύννεφα
ως το πρωϊνό
εκείνο
του Νοέμβρη
που τα μάτια του
έγιναν κίτρινα
μήτε ασπράδι φαινόταν
μήτε ίριδα
μήτε κόρη
μόνο
ξεκίνησαν από μέσα του
να ξεπηδούν ουρλιαχτά
έβγαζε νύχια
κι άρχισε
να φτύνει οξύ
χολή
στα πρόσωπα των περαστικών.
Ούρλιαζαν εκείνοι
αλαλάζοντας τριγυρνούσαν
στους δρόμους.
Εκείνος,
κάρφωνε τα δάχτυλά του
στα μάγουλά τους
(τις καρδιές άφηνε ανέγγιχτες)
έσχιζε σάρκες
αφαιρούσε γνάθους
μάτια έριχνε στο χώμα
και
άφηνε πίσω του
ανοιγμένα κρανία.
Ώσπου, η χολή μέσα του
άρχισε να τρώει και τον ίδιο.
Ατμίζοντας δυσοσμία
σιγά σιγά
έφτασε
παραπατώντας
στο λιμάνι
κι ανοίγοντας τα χέρια
εξαφανίστηκε.
Μόνο ίχνη απ΄τα ρούχα του έμειναν
να βρωμούν αναμνήσεις.
Θ. Σίδερης, 13/11/2013
===============
Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένας άνθρωπος
φιλήσυχος
σχεδόν σε όλα
περπατούσε στον δρόμο
το ψιλόβροχο του νότιζε το παλτό του
ανέπνεε εκείνος βροχές
και σύννεφα
ως το πρωϊνό
εκείνο
του Νοέμβρη
που τα μάτια του
έγιναν κίτρινα
μήτε ασπράδι φαινόταν
μήτε ίριδα
μήτε κόρη
μόνο
ξεκίνησαν από μέσα του
να ξεπηδούν ουρλιαχτά
έβγαζε νύχια
κι άρχισε
να φτύνει οξύ
χολή
στα πρόσωπα των περαστικών.
Ούρλιαζαν εκείνοι
αλαλάζοντας τριγυρνούσαν
στους δρόμους.
Εκείνος,
κάρφωνε τα δάχτυλά του
στα μάγουλά τους
(τις καρδιές άφηνε ανέγγιχτες)
έσχιζε σάρκες
αφαιρούσε γνάθους
μάτια έριχνε στο χώμα
και
άφηνε πίσω του
ανοιγμένα κρανία.
Ώσπου, η χολή μέσα του
άρχισε να τρώει και τον ίδιο.
Ατμίζοντας δυσοσμία
σιγά σιγά
έφτασε
παραπατώντας
στο λιμάνι
κι ανοίγοντας τα χέρια
εξαφανίστηκε.
Μόνο ίχνη απ΄τα ρούχα του έμειναν
να βρωμούν αναμνήσεις.
Θ. Σίδερης, 13/11/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου