Το μαύρο παραμύθι V
==================
Η θάλασσα.
Στην αρχή
έστελνε
μικρές ψιχάλες
έβρεχε τα πρόσωπα
των ανθρώπων.
Έπειτα
γλώσσες αλμυρού νερού
πετάγονταν
άρπαζαν
ανθρώπους
τους
τραβούσαν μέσα
στο
πέλαγος
βαθιά
στο
βυθό.
Φοβήθηκαν
οι άνθρωποι
πώς
ήταν η τιμωρία
πως
η θάλασσα
έπαιρνε
τους ανάξιους.
Δεν ήταν έτσι.
Όταν
άρχισε να ξερνά
το άδικο
ναυάγια
πνιγμένους
σε φονικά
σκουπίδια
γλοιώδεις
μπάλες
πετρέλαιο
κατάλαβαν
οι άνθρωποι πως
έπαιρνε
τους άξιους.
Εξαγνιζόταν.
Ξέσπασε τότε
σε άγρια κύματα
έμπαινε στους δρόμους
έπαιρνε ανθρώπους
μα δεν ξέπλενε
τα
κόπρανα και τους εμετούς και το αίμα
μόνο άφηνε
κουφάρια
σκουπίδια
μέταλλα
αποτσίγαρα.
Κάπου κάπου
έπαιρνε παιδιά
μα κι από κείνα μόνο
λίγα
τι γνώριζε το νερό ποιό
από
δαύτα θα γινόταν
άνθρωπος
και
ποιό τέρας.
Κι όταν πια μετά από ώρα
ηρέμησε το νερό
φάνταζε στο Ορίζοντα
γαλανό
και
καθαρό
όμορφο όσο
ποτέ
όσο πάντα.
Κι απέμειναν οι άνθρωποι
ματωμένοι
παγωμένοι
απ’ τα νερά
ανάμεσα σε σκουπίδια
ποτισμένα με αλμύρα
και κουφάρια που
σάπιζαν
για
αιώνες.
Θ. Σίδερης, 21/02/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου