Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Περί συγγραφής, συζητήσεων και άλλων τινών

(Στην Σταυρούλα Τζανετοπούλου).

 Είναι κάποιες μέρες (ή βράδυα, αν θέλετε), που υπάρχει η ανάγκη για γράψιμο. Νοιώθεις πως υπάρχει κάτι εκεί, μέσα σου, που σέρνεται σα φίδι. Κομμάτια από χαρά ή λύπη ή θυμό (κυρίως θυμό), που θέλουν να βγουν προς τα έξω, σε έναν κόσμο που σε μπερδεύει. Μαζεύεις πράγματα μέσα σου, τα γυρίζεις στη σκέψη σου, βρίσκεις λέξεις, φράσεις, παραγράφους, δομές, λες «Ωραία το σκέφτηκα!», κι όταν κάτσεις να γράψεις...τίποτα. Τζίφος.
 Αλλά, φιλαράκο, θες να το γράψεις μόνος σου, σωστά; Να πεις «Μόνος μου το σκέφτηκα! Μόνος μου το έγραψα! Εγώ!».
 Και το φίδι δεν φεύγει...παραμένει εκεί...κι εσύ περιμένεις τη μέρα που η αγωνία σου για έκφραση θα συμπέσει με το συγγραφικό σου τάλαντο και με το ψώνιο σου.
 Αμ δε!
 Και συνεχίζεις να σκέφτεσαι για έναν κόσμο που κανείς δεν ακούει και δεν καταλαβαίνει, και που είναι έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα...
 Εκεί όμως που λες πως δεν υπάρχει κανείς εκεί έξω να σε ακούσει, και ξεκινάς να ουρλιάζεις μέσα σου, στη σιωπή, εκεί βλέπεις να εμφανίζονται άνθρωποι που ακούν το λόγο σου και σε εκπλήσσουν με τον δικό τους. Εκεί που λες πως η κατάντια μας μας έχει κάνει τυφλούς και κουφούς, εκεί βλέπεις να εμφανίζονται άνθρωποι με ικανότητα όχι μόνο να ακούσουν, αλλά και να μιλήσουν. Μόνο που οι κουβέντες αυτές μένουν κατά κάποιον τρόπο "υπόγειες". Δεν βγαίνουν παραέξω. Δεν γίνονται κτήμα των πολλών. Σαν να αποτελούν μικρούς θησαυρούς που μοιραστήκαμε με άτομα που μας εμπνέουν ή που/και αγαπάμε, και θεωρούμε πως, αν τα μοιραστούμε, θα απομείνουν στα χέρια (και μέσα μας) λίγα μόνο ψήγματα χρυσάφι. Σαν να είναι μυστικά που δεν πρέπει -μέσα από έναν αδικαιολόγητο ψυχαναγκασμό- να μοιραστούμε με κανέναν.
 Και τότε, μέσα από την επαφή με τους άλλους, μέσα από τις κουβέντες, βλέπεις τις σκέψεις σου να ολοκληρώνονται, να τροποποιούνται, να μετουσιώνονται σε κάτι καλύτερο, ακόμη και να αλλάζουν εντελώς. Και τότε συνειδητοποιείς, λίγο λίγο, μέσα από μία πανέμορφη φυσική διαδικασία, πως τώρα πια μπορείς να γράψεις. Πως ο λόγος σου μπορεί πια να βγει στο χαρτί (ή στην οθόνη) ευκολότερα. Και πως παραμένει δικός σου. Παραμένουν οι σκέψεις σου, παραμένουν οι αγωνίες σου, οι φόβοι σου, οι κατακτήσεις σου. Πως δεν οικειοποιείσαι σκέψεις άλλων και πως, στην τελική, αν το κάνεις, τους αναφέρεις.
 Αλλά μπορείς να γράψεις. Όπως μπορούσες από πάντα. Σε κράταγε όμως εκείνος ο εγωϊσμός να είναι όλα όσα θα έγραφες δικά σου. Κτήμα σου εξ αρχής. Τάχα μου δημιούργημά σου. Ξεχνώντας πως, αν δεν βγεις εκεί έξω, αν δεν μιλήσεις, αν δεν συζητήσεις, αν δεν ακούσεις, δεν έχεις τίποτα στα χέρια σου. Πως εσύ έχεις το ταλέντο (όσο έχεις τέλος πάντων), ναι, έχεις την πηγή της έμπνευσης, την αιτία για να γράψεις κάτι, αλλά χωρίς την επαφή με τους άλλους, δεν έχεις εκείνη την άγνωστη παράμετρο που θα σε βοηθήσει να κάτσεις να το κάνεις, δεν έχεις τον αντίλογο που χρειαζόσουν μέσα σου, δεν έχεις την αφορμή.
Και τότε, κάνεις δύο πράγματα που ήθελες να κάνεις καιρό.
Πρώτον, και κυριότερον, πιάνεις και πάλι την πέννα σου.
Δεύτερον, ξεκινάς ένα blog.
Και αυτό, το δεύτερο, να ανοίγεσαι και να μοιράζεσαι, θέλει πολλά κότσια φίλε μου. Πολλά.
Κι εκεί είναι που καταλαβαίνεις πως πας καλά...

2 σχόλια:

  1. Χαίρομαι που με κάποιο τρόπο κατάφερα να σε πάρω από το χέρι κ' να σε οδηγήσω σε όμορφα μονοπάτια!!
    Ελπίζω κ' εύχομαι να υπάρξει συνέχεια..
    Σ'ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου!!
    Σ. Τ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να είσαι καλά! Και εσύ, κι όλοι εκείνοι που υπάρχουν (υπάρχετε) εκεί έξω.
    Σ'ευχαριστώ για τις ευχές σου.
    :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή