Κι εκεί που
ήμασταν
βυθισμένοι σ' εκείνη την παράξενη θλίψη
(δεν υπήρχαν, βλέπεις, καθρέφτες,
δεν παίρναμε χαμπάρι βλέποντας
ο ένας το αίμα στο στόμα
στα χέρια του άλλου)
συννεφιά γύρω και
θαμπά τα χρώματα
το χώμα ξερό και
τα δέντρα κίτρινα ακόμη και την Άνοιξη,
σαν να ήρθαμε ξαφνικά σε συναίσθηση.
Κάποιοι
εκείνοι που από την αρχή είχαν το θάρρος
να τους βαραίνει τα γόνατα
και τις πλάτες
μας έπιασαν απαλά από τους ώμους.
Πήραν νερό
μας έπλυναν τα στόματα
τα πρόσωπα
κάποιοι μας συνόδεψαν στα σπίτια μας.
Έβγαινε το μίσος
μαύρος καπνός
δύσοσμος
από τις καμινάδες.
Εκεί που
όλα γύρω ήταν
ένα κιτρινισμένο
χολιασμένο τοπίο
κι ας μην ήμασταν έτοιμοι ακόμη εμείς
άρχισαν τα σήμαντρα να σημαίνουν Ανάσταση
Θ. Σίδερης, 20/06/2012
(Δυο κάρβουνα στο θυμιατό
και δυο κουκιά λιβάνι
κι ένας σταυρός από καπνιά
στ' ανώφλι της πατρίδας
ήμασταν
βυθισμένοι σ' εκείνη την παράξενη θλίψη
(δεν υπήρχαν, βλέπεις, καθρέφτες,
δεν παίρναμε χαμπάρι βλέποντας
ο ένας το αίμα στο στόμα
στα χέρια του άλλου)
συννεφιά γύρω και
θαμπά τα χρώματα
το χώμα ξερό και
τα δέντρα κίτρινα ακόμη και την Άνοιξη,
σαν να ήρθαμε ξαφνικά σε συναίσθηση.
Κάποιοι
εκείνοι που από την αρχή είχαν το θάρρος
να τους βαραίνει τα γόνατα
και τις πλάτες
μας έπιασαν απαλά από τους ώμους.
Πήραν νερό
μας έπλυναν τα στόματα
τα πρόσωπα
κάποιοι μας συνόδεψαν στα σπίτια μας.
Έβγαινε το μίσος
μαύρος καπνός
δύσοσμος
από τις καμινάδες.
Εκεί που
όλα γύρω ήταν
ένα κιτρινισμένο
χολιασμένο τοπίο
κι ας μην ήμασταν έτοιμοι ακόμη εμείς
άρχισαν τα σήμαντρα να σημαίνουν Ανάσταση
Θ. Σίδερης, 20/06/2012
(Δυο κάρβουνα στο θυμιατό
και δυο κουκιά λιβάνι
κι ένας σταυρός από καπνιά
στ' ανώφλι της πατρίδας
Γ. Ρίτσος, «Αυγή»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου