Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Ι/II/III

Ι
«Τί από εμένα
            θα ήθελες να έχει η επόμενη;».
Η φωνή σου στο τηλέφωνο.
Αν ήμουν κοντά σου
            όταν με ρώτησες
θα σε κοιτούσα σιωπηλός.
Αν ήμουν μέσα σου
            θα έπεφτα σε κενό.
Τί με ρωτάς;
Πόσο μπορεί
να ακυρώνεται
κάτι
            στην αρχή του;
Κι εγώ
άρχισα κι έλεγα.
Μα όχι,
            δεν ήθελες ιδιότητες
που μου μιλούν.
Ήθελες γνωρίσματα
εγωϊσμού.
Χαρακτηριστικά
που να ενισχύουν
την ύπαρξή σου.
Καλύτερα να με
ρωτούσες
όχι!
Να μου έλεγες!
«Μακάρι η επόμενη
να ‘ναι όσο κι εγώ
Γυναίκα.»


ΙΙ
Κι εγώ τώρα
μαζεύω παλιές μου
σάρκες
κεραυνούς πλάθω
            και σύννεφα.
Απλώνω το μίγμα
            το φωτίζω με
λιακάδες
καλοκαιρινή αρμύρα.
Και ζω.
Ερωτεύομαι.
Υπάρχω.


ΙΙΙ
Το αύριο δεν το ξέρει κανείς.
Σταμάτα!
Σταμάτα να σκέφτεσαι!
Υπάρχω.
Κάνε το ίδιο.

Θ. Σίδερης, 01-04/12/2014

Άμμος

Άμμος

I
Κάποτε
            ζούσε ένας άνθρωπος
            -αρτιμελής-
που
            -άκου τώρα!-
κάθε φορά που περπατούσε
στην αμμουδιά
πλάϊ στη θάλασσα
άφηνε
μόνο ένα ίχνος.
Το ένα του πόδι μόνο φαινόταν
            το άλλο πουθενά.
Όχι, δεν το έσβηνε
η θάλασσα.
Αλλού έψαχνε την
αιτία.
Δεν την έβρισκε.
Χρόνια
            περνούσαν
ήλιοι
βροχές
πάντα ένα μόνο ίχνος
            άφηνε πίσω του.
Επαναλαμβανόμενο.
Ώσπου
            κάποια μέρα
εμφανίστηκε
πλάϊ στο
δικό του
να περπατά
άλλο ένα
μόνο
γυναικείο.


II
Κάπου κάπου λοιπόν
την ένιωθε
να αγγίζει το χέρι του.
Την έβλεπε
            αδιόρατη
            να σχηματίζεται
σαν σύννεφο
πλάϊ του.
Τη ρώτησε
«Γιατί
αφήνουμε πίσω μας
από ένα ίχνος ο καθένας;»
Κι εκείνη του απάντησε
«Γιατί έτσι
είναι οι άνθρωποι.
Μα μην κοιτάζεις
            τί αφήνουμε πίσω.».
Εξαφανίστηκε από μπροστά του
ένοιωθε όμως
ακόμη
            το χέρι της στο δικό του
κι ένοιωσε
τα χείλη της
στα δικά του.


III
Ύστερα
«Θέλω να
κολυμπήσω»
της είπε.
Την άκουσε να γελά.
«Πήγαινε!
Ποιος σε εμποδίζει;
Ένα ίχνος μόνο
θα αφήσεις πίσω σου.».
Πλησίασε εκείνος
βούτηξε
στο νερό
κι άκουσε
άλλον έναν παφλασμό
δίπλα του.


IV
Βυθίστηκε
κι έπειτα
άνοιξε τα μάτια
και την είδε πλάϊ του.
Σώμα γυναίκας
και ουρά ψαριού
να μεταμορφώνεται.
Την άκουσε
-στονβυθό!-
ολοκάθαρα
να του λέει
«Ανάπνευσε.
Μπορείς.
Κοίτα κι εγώ
πως αλλάζω για σένα.».
Άρχισε εκείνος να
            ανασαίνει
έφευγαν από εκείνη
λέπια
πόδια έπαιρναν σχήμα.
Κι έπειτα
του είπε
«Κοίτα!»
κι είδε
στον ήμερο βυθό
μια ατέλειωτη σχεδόν
σειρά
από αριστερά του βήματα.

V
«Κοίτα!»
του είπε
«Τα κλεμμένα
βήματά σου.
Εγώ στα έπαιρνα.
Ερωτευμένη μαζί σου
από τότε που
ήσουν παιδί.
Από τότε που
ήμουν παιδί.
Και, κοίτα,
στο καθένα πλάϊ
            και το δικό μου
χαμένο βήμα.
Βρήκαν πια
το ένα
το άλλο.
Είμαι ο βυθός σου.
            Είσαι η αμμουδιά μου.».
Την κοιτούσε
στον βυθό που
φώτιζε ολογάλανος ο
ήλιος
            και χαμογελούσε.


Στην Ι.Β.
που μου έδωσε την ιδέα για το πού πήγαν τα χαμένα του βήματα.
Θ. Σίδερης, 06-10/12/2014

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Λέει ένας μύθος πως
καμμιά φορά
η βροχή
είναι κλάμματα στον ουρανό
για τα πεθαμένα παιδιά.
Αγέννητα
            αβάπτιστα
από αρρώστειες άλλα
ταλαιπωρημένα παιδιά
μωρά που έφυγαν ήσυχα στον ύπνο τους.
Κλαίει ο Ουρανός λένε.
Ψέμματα.
Δάκρυα χαράς είναι
από Αγγέλους
που προστίθεται άλλος ένας ανάμεσά τους.

Θ. Σίδερης, 27/11/2014

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

...



Αεί διδασκόμενος

Γέμισε το δωμάτιο
            μυρωδιές
αντηχούν
            στους τοίχους
λέξεις
βογγητά
πνιχτά γέλια
            εκρήξεις κλάμματα.
Κι εγώ
            μαθαίνω
απ’ την αρχή
            θυμάμαι
ίδιες λέξεις
            ίδιες έννοιες
άλλη υπόσταση.
Αλήθειες.
Μαθαίνω.
Χαμογελάω.

Θ. Σίδερης, 26/11/2014
 


Φυσική Σωμάτων

Τώρα
            μπορώ να καταλάβω
                        καλύτερα
τη Νευτώνεια Μηχανική
την βαρυτική έλξη
το πώς έρχονται κοντά
            δυο σώματα
περιστρεφόμενα
το ένα γύρω από
το άλλο.
Μέχρι που
τελικά
να γίνει πλαστική
κρούση
ταυτόχρονη ύπαρξη
αποκόλληση
            επανασύνδεση.
Πολύ μου αρέσει
            αυτή η νέα Φυσική
των Σωμάτων.

Θ. Σίδερης, 21/11/2014
 


Έχω έναν χώρο
κενό
ανάμεσα στα χέρια
και το σώμα μου
και τρέμω να τον γεμίσεις.
Να  σε μυρίσω
να σε γευτώ
ψίθυροι
κι έξω βρέχει.
Νομίζεις πως
είναι η βροχή που σου μιλάει
που τρύπωσε στις λαγόνες σου και ζητάει το χάδι μου.
Γίνεσαι ένα μαζί της και
θες να συνοδεύσεις τις αστραπές
με το ανοιγόκλεισμα των βλεφάρων σου
τους ήχους των κεραυνών
με τα πνιχτά βογγητά σου.
Λίγος καιρός ακόμη.
Λίγος καιρός.

Θ. Σίδερης, 16/10/2014