Τετάρτη 15 Απριλίου 2015

16/04/2015

Κανείς δεν γνώριζε
γιατί
εκείνος ο άνθρωπος
ακροπατούσε
προσεκτικά
            στους
καβαλλάρηδες
από τις στέγες των σπιτιών
            πάνω στα κεραμίδια.
Άλλοι έλεγαν πως
            έμμεσα
            σεβόταν το χώμα
τους νεκρούς του
τη ζωή
            και γι’ αυτό
                        πατούσε προσεκτικά.
Άλλοι νόμιζαν
πως θεωρούσε
            το κάθε τι
ζωντανό
και πάσχιζε να μην το πονέσει.
Εγώ πάλι
            πίστευα πως
το να προσπαθεί να κρατήσει την ισορροπία του
ήταν ο μόνος τρόπος
για να μην κοιτάζει χαμηλά
μα μπροστά
και ολόγυρα.

Θ. Σίδερης, 16/04/2015

Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Ξύπνημα

Ξύπνημα
 
Η εικόνα
            ενός βουνού στον Ορίζοντα
να ‘ναι πρωΐ
            κάπου παράμερα η θάλασσα
να ‘ναι πρωΐ
το κορμί σου πλάϊ μου
να ‘σαι εκεί
            κολλημένη πάνω μου
να κοιμάσαι
να ξυπνάς.
Να νοιώθω δροσιές
να μυρίζω αέρα
αναπνοές να ακούω
            και τιτιβίσματα.
Τα χείλη σου πάνω μου
να νοιώθω
ζεστά.
            Να υπάρχουμε θέλω.

 
Θ. Σίδερης, 15/04/2015 (Έμπνευση: «Πετάω», Μ. Ρίζου-Π. Μουζουράκης).

Κερασιές

Κερασιές
 
Εκείνον τον Απρίλη
οι άνθρωποι άπλωναν
τα χέρια τους
σαν κλαριά από δέντρα.
Και μόνο έπιαναν αέρα
και κενό.
Κι αν κάπου κάπου
τύχαινε
κάποιος να πιάσει ένα σύννεφο
και να το φωνάξει
τον έλεγαν ηλίθιο
και δεν τον πίστευε κανείς.
Άπλωναν λοιπόν τα χέρια τους
και τα πόδια έπιαναν ρίζες
στο χώμα
να μη μείνουν μετέωροι.
Μα πιο παράξενο από όλα
τα μάτια τους
έβγαιναν από τις κόγχες
και
κατακόκκινα απ’ την προσπάθεια
να δουν
να θαυμάσουν
έμοιαζαν με πορφυρά κεράσια
μέχρι που τελικά κρέμονταν
σαν ώριμα φρούτα.

Θ. Σίδερης, 14-15/04/2015