Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

Μάρτιος

Μάρτιος

Πόσο μου αρέσει
η ωρολογιακή Άνοιξη!
Οι μέρες που
είτε κρύο κάνει
είτε ζέστη
η μέρα ολοένα μεγαλώνει.
Η μέρα
που
ολοένα μεγαλώνει!
         

Θ. Σίδερης 03/03/2017

Σύνθλιψη

Σύνθλιψη

Οδηγώντας
προς την είσοδο της Περιμετρικής
στην αριστερή λωρίδα
          δεξιά μου αυτοκίνητα
να πλησιάζουν
επικίνδυνα
ένοιωθα
          πως θα με συνθλίψουν.
Μόνο να φανταστώ μπορώ μια τέτοια πίεση.
Κι έπειτα
στον μεγάλο δρόμο
με τις διπλές λωρίδες
και τις σήραγγες
και τις γέφυρες
τρέχοντας
καλύπτοντας αποστάσεις
ήμουν ελεύθερος.
         

Θ. Σίδερης 22/02-03/03/2017

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2017

Τρίτη πρωί

Τρίτη πρωί

I
Γέμισαν τα ημερολόγια
από πρωινά που οδηγάς
για να πας στη δουλειά.
Βροχή
μπροστά σου ένα λεωφορείο
και πίσω μέρες.

II
Φτάνεις στη δουλειά
παρκάρεις
σκέφτεσαι
«Κλείδωσα την πόρτα;
Τις πόρτες τις κλείδωσα;».


III
«Κλείδωσα τις πόρτες
και τώρα
μπαινοβγαίνω στο σπίτι μου
          από τα παράθυρα.».
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο
πιάνεις το αόρατο σφυρί
και
σπας τον χρόνο.
Πόσες φορές το είπες.
Φοβάσαι τη μέρα που
δαγκώνοντας τα χείλια σου
δεν θα ματώσουν
αλλά θα σπάσουν τα δόντια σου.
Βράχος θα έχεις γίνει.

IV
Δεν ξέρεις γιατί χαμογελάς.
Ίσως επειδή
λίγο λίγο
όλα αλλιώς.
Αλλά δεν φτάνει το λίγο λίγο.


Θ. Σίδερης, 07/02/2017

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017

Ξημερολόγιο

Ξημερολόγιο

Ένα βράδυ
          ήταν Γενάρης, οι πρώτες μέρες
στεκόταν
μπροστά στο παράθυρο
αμίλητη.
Τα χέρια σταυρωμένα στα στήθη
          το βλέμμα καρφωμένο στη βροχή.
Μάζεψε
          όλα τα ημερολόγια
που είχε στο σπίτι
και τα άπλωσε πάνω στο γραφείο
στη σειρά.
Χάζευε τις ημερομηνίες
εορτές
αργίες.
Έπειτα, τα στοίβαξε το ένα πάνω στο άλλο
από το μεγαλύτερο προς το μικρότερο.
«Τα μεγαλύτερα κλάμματα
τα πιο γοερά
γίνονται πάνω από ημερολόγια.»
μονολόγησε.
Τα κουβάλησε μια αγκαλιά
ως το τζάκι
και τα έριξε στη φωτιά.
Την επόμενη μέρα το πρωί
όταν την είδα και
της πρότεινα να πιούμε έναν καφέ
μου απάντησε
«Δεν έχω χρόνο.
Πάμε.».

Θ. Σίδερης, 11/01/2017

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

Μπροστά


Μπροστά

Ποιό δίστομο ποτάμι μες στο διάβα του
θα παρασύρει κάθε μου σκουπίδι;
Και ποιος λαός θα ρίξει στον Καιάδα του
το αόρατο που με κρατάει βαρίδι;

Ποτάμι δίστομο· δύο οι εκβολές σου.
Σε κάθε μια και κάτι άλλο αφήνεις.
Στη μια απλώνονται στη θάλασσα οι βουλές σου
Στην άλλη θύμησες και δάκρυα πόνων δίνεις.

Λαέ σκληρόκαρδε· στο πιο βαθύ φαράγγι σου
πετάς όσους γεννάς σακατεμένους.
Δεν έμαθες ποτέ πως στην ανάγκη σου
θα βρεις καλό από τους προδομένους;

Οδοιπορώ ξανά σε δρόμο δύσβατο.
Κρατώ στα χέρια μου του ποιητή καλάμι.
Πλάι γκρεμός, σ’ ένα φαράγγι τρίσβαθο
γοργοκυλά παράξενο ποτάμι.

Και μια φωνή μέσα από κάποιο σύννεφο:
Εσύ ο λαός· εσύ και το ποτάμι.

Θ. Σίδερης, 04/01/2017